- ευριπίδης
- (Αθήνα 480; – Πέλλα 406 π.Χ.). Τραγικός ποιητής. Πολλές λεπτομέρειες για τη ζωή του (ότι ήταν γιος μανάβισσας, ότι είχε δύο άπιστες γυναίκες και ότι πέθανε κατασπαραγμένος από σκυλιά) φαίνεται να είναι είτε διαστρεβλώσεις της πραγματικότητας είτε επινοήσεις κωμωδιογράφων και μεταγενέστερων βιογράφων. Ο Ε. δεν πήρε μέρος στην πολιτική ζωή, αλλά έζησε όλες τις περιπέτειες της παρακμής της Αθήνας και έδειξε πάντοτε ενδιαφέρον για τα πολιτικά προβλήματα της πατρίδας του. Αρκετά καλλιεργημένος, είχε δεχτεί βαθιά την επίδραση του Αναξαγόρα, των σοφιστών και του Σωκράτη. Στο θέατρο πρωτοεμφανίστηκε το 455 π.Χ. και ελάχιστες φορές νίκησε σε τραγικούς αγώνες. Το κοινό δεν τον καταλάβαινε, οι αντίπαλοί του τον εχθρεύονταν, οι κωμωδιογράφοι έκαναν ό,τι μπορούσαν για να τον δυσφημήσουν, γι’ αυτό κι αυτοεξορίστηκε το 408 στη Θεσσαλία και στη Μακεδονία, όπου έγινε δεκτός με τιμές από τον βασιλιά Αρχέλαο. Μετά τον θάνατό του, ο Ε. γνώρισε δημοτικότητα και σκηνική επιτυχία πολύ μεγαλύτερη από τον Αισχύλο και τον Σοφοκλή. Ο τελευταίος έζησε περισσότερα χρόνια και όταν ο Ε. πέθανε, παρουσίασε τον χορό και τους ηθοποιούς χωρίς στεφάνους, ενώ ο ίδιος φόρεσε πένθιμο χιτώνα κατά τα προάγωνα των Μεγάλων Διονυσίων.
Έργα. Από τα 92 έργα που αποδίδονται στον Ε. (γνήσια είναι 65) σώζονται 17 τραγωδίες, ανάμεσα στις οποίες και ο Ρήσος (που θεωρείται νόθο), ένα σατυρικό δράμα (Κύκλωψ) και περισσότερα από χίλια αποσπάσματα.
Η Άλκηστις (438), το τελευταίο έργο μιας τετραλογίας, που δόθηκε αντί σατυρικού δράματος, παρουσιάζει τη θυσία της Άλκηστης, η οποία δίνει την ίδια της τη ζωή για να σώσει τον σύζυγό της Άδμητο, ωσότου ο Ηρακλής, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τη φιλοξενία που του παρείχε η οικογένεια που πενθούσε, την αποσπά από τον θάνατο αποδίδοντάς την στον άντρα της και στα παιδιά της. Η συγκινητική μορφή της ηρωίδας, που τη βλέπουμε στην αγωνία και στον θάνατο, κυριαρχεί στην τραγωδία, που κατά τα άλλα παρουσιάζει αρκετές αδυναμίες.
Το 431 έγραψε τη Μήδεια, από τα περίφημα έργα του αρχαίου ελληνικού θεάτρου, το οποίο γνώρισε τις πιο πολλές μιμήσεις. Η Μήδεια, μία μάγισσα από την Κολχίδα, αφού βοήθησε με τα φίλτρα και το έγκλημα τον Ιάσονα να αποκτήσει το χρυσόμαλλο δέρας, εγκαταλείφθηκε από αυτόν, επειδή ήθελε να παντρευτεί την κόρη του βασιλιά της Κορίνθου Γλαύκη και διώχτηκε από την Κόρινθο από τον βασιλιά Κρέοντα. Η Μήδεια έστειλε τότε με τα παιδιά της στη μελλόνυμφη ένα νυφικό πέπλο, που ήταν δηλητηριασμένο (η βασιλοπούλα και ο Κρέων πέθαναν με σπασμούς), ύστερα έσφαξε με το ίδιο της το χέρι τα παιδιά της και με φτερωτό άρμα του Ήλιου έφυγε στην Αθήνα. Κυριευμένη έτσι από βαρβαρικό μίσος και από έμμονο παραλήρημα εκδίκησης (όμως στον τελευταίο αποχαιρετισμό των παιδιών της, ενώ αλληλοσυγκρούονται μέσα της η αγάπη για τα παιδιά της και το πάθος της για εκδίκηση, κορυφώνεται η τραγικότητα του σπαραγμού της) η Μήδεια επισκιάζει όλα τα άλλα πρόσωπα της σφιχτοδεμένης, ρωμαλέας και συγκλονιστικής αυτής τραγωδίας.
Μία άλλη μεγάλη γυναικεία μορφή βλέπουμε στον Ιππόλυτο (428), θέμα του οποίου είναι ο αιμομικτικός έρωτας της Φαίδρας για τον αγνότατο απόγονό της Ιππόλυτο, γιο του Θησέα. Όταν η τροφός, συγκινημένη από το πάθος της Φαίδρας, φανερώνει στον Ιππόλυτο τον έρωτα της μητριάς του, ο νέος δείχνει αγανάκτηση και περιφρόνηση. Η Φαίδρα απαγχονίζεται για να αποφύγει την ντροπή, αλλά από μια τυφλή μανία να υπερασπίσει την τιμή της κατηγορεί τον Ιππόλυτο, σε μια συκοφαντική επιστολή, ότι αποπειράθηκε να τη βιάσει. Ο Θησέας καταριέται τον Ιππόλυτο, τον διώχνει από την Αθήνα και ο νέος παρασύρεται από τα αφηνιασμένα άλογά του και σκοτώνεται. Τελικά όμως η θεά Άρτεμη φανερώνει στον Θησέα την αλήθεια. Η τραγωδία, η οποία βρήκε πολλούς μιμητές, στην ουσία είναι η προβληματική του έρωτα. Η αγνότητα του Ιππολύτου είναι ο βράχος πάνω στον οποίο προσκρούει το πάθος: εδώ βρίσκεται η ρίζα του δράματος που τελειώνει με την καταστροφή και των δύο.
Μετά τους Ηρακλείδες (429-7), μία τραγωδία που είναι από τα κατώτερα έργα του Ε., την Εκάβη (425-4), την Ανδρομάχη (421), χωρίς μεγάλη ενότητα, το θέμα της οποίας επεξεργάστηκε θαυμάσια ο Ρακίνας, και τις Ικέτιδες (421;), έργο πλούσιο σε πολιτικούς υπαινιγμούς, ο Ε. φτάνει σε έναν άλλο σταθμό της καλλιτεχνικής του πορείας με τον Ηρακλήμαινόμενο, που παρουσιάζει μια εναλλαγή φρικιαστικών αντιθέσεων, όπου ο σωτήρας των αγαπημένων του γίνεται φονιάς και ο ρωμαλέος ήρωας, κυριευμένος από μανία, καταντά ένα θλιβερό ράκος (αποτέλεσμα της θεϊκής ιδιοτροπίας). Μια χορική τραγωδία είναι οι Τρωάδες (415), που αποτελεί καταγγελία του παραλογισμού του πολέμου και θλιβερή απεικόνιση μιας ήττας.
Ένας μεγαλοφυής νεωτερισμός σε σχέση με τις Χοηφόρους του Αισχύλου και την Ηλέκτρα του Σοφοκλή αποτελεί η Ηλέκτρα του Ε. που διδάχτηκε το 413· η Ηλέκτρα παρουσιάζεται ως σύζυγος χωρικού τον οποίο υποχρέωσε ο Αίγισθος να την παντρευτεί, αλλά εκείνος από σεβασμό στην καταγωγή της προτιμά να είναι μόνο κατ’ όνομα σύζυγός της. Το έργο παρουσιάζει με ζωντάνια τη μητροκτονία και το δράμα τελειώνει μέσα σε ένα κλίμα συγκλονιστικό, γεμάτο δέος.
Μια λαμπρή περίπτωση διχασμού της προσωπικότητας αποτελεί τη βάση της τραγωδίας Ελένη (412), ενώ η Ιφιγένεια εν Ταύροις και ο Ίων, που γράφτηκαν κατά την ίδια περίοδο, διακρίνονται για τη σύνθετη πλοκή τους.
Μια πληθωρική τραγωδία, αλλά πλούσια σε ωραιότατες στιγμές, είναι οι Φοίνισσες (περ. 410)· σε αυτό το έργο μεγάλη σημασία είχε η μουσική, που μερικές φορές επισκίαζε ακόμα και τον λόγο. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για τον Ορέστη (408), έργο άνισο και περίπλοκο.
Δύο αριστουργήματα είναι οι τελευταίες τραγωδίες του Ε., που διδάχτηκαν μετά τον θάνατό του, λίγο μετά το 406, με τη φροντίδα ενός γιου του ποιητή, του Ευριπίδη του νεότερου (βλ. λ.): η Ιφιγένεια εν Αυλίδι και οι Βάκχες. Η πρώτη παρουσιάζει την εσωτερική πάλη του Αγαμέμνονα, αναγκασμένου από μια μαντεία να θυσιάσει την κόρη του Ιφιγένεια. Οι Βάκχες είναι η μοναδική τραγωδία διονυσιακού περιεχομένου. Η διονυσιακή μέθη αποτελεί τον σταθερό πυρήνα του έργου, στο οποίο πνέει ένας άνεμος μουσικής, τραγουδιών, χορών, ξέφρενου κυνηγητού και τραγικών σκηνών. Στον Κύκλωπα, το μοναδικό δείγμα σατυρικού δράματος που έφτασε ολόκληρο έως εμάς, ο ποιητής παίρνει για θέμα τα χιουμοριστικά στοιχεία του επεισοδίου μεταξύ Πολύφημου και Οδυσσέα, που αναφέρεται στο κεφάλαιο Ι της Οδύσσειας.
Ο Ε. είναι ο ποιητής της έρευνας· θεωρήθηκε άθεος επειδή στα έργα του γκρεμίζει τις πατροπαράδοτες θεότητες, ενώ ακόμα και το ηρωικό πνεύμα παραμορφώνεται και εξευτελίζεται από το ενδιαφέρον του για τα αδύναμα και ασήμαντα, τα ταπεινά ή μισητά πρόσωπα. Η θρησκευτική πολεμική του Ε. κατευθυνόταν κατά του Ολύμπου, γιατί πίστευε ότι το θείο πρέπει να χαρακτηρίζεται από ηθικότητα, η οποία έλειπε εντελώς από τα μυθολογικά εκείνα ανδρείκελα θεών. Όσο για τους ήρωες, ο ποιητής χρησιμοποίησε τα παραδοσιακά ονόματα, αλλά θεώρησε τα πρόσωπά του τόσο πιο γνήσια και παγκόσμια, όσο πιο πραγματικά είναι στο συγκεκριμένο περιβάλλον και στη νέα και ελεύθερη προοπτική από την οποία τα έβλεπε. Έτσι, χρησιμοποιώντας ένα σύνολο από άγνωστους μύθους και μορφές, αλλοιωμένα και τροποποιημένα από αυτόν, ο Ε. διείσδυσε στο βάθος της ανθρώπινης ψυχής με μια αναλυτική ψυχολογική ενδοσκόπηση που κανείς δεν είχε επιχειρήσει μέχρι τότε. Το θέαμα ανθρώπων φαύλων και υποκριτών, κακούργων και τρελών, ονειροπόλων και απογοητευμένων, ευμετάβολων και πεισματάρηδων, ύπουλων και βίαιων δεν έπαψε να βασανίζει και να συγκινεί βαθιά τον ποιητή. Η αγωνία του να καταλάβει και η οργή του μερικές φορές, όταν δεν μπορούσε να κατανοήσει, εκδηλωνόταν με μια κριτικο-σοφιστική στάση, η οποία ερχόταν σε έντονη αντίθεση με τα καθαρώς ποιητικά μέρη των δραμάτων του: γι’ αυτό παρατηρούνται σε αυτά απότομες μεταβολές του ύφους. Ο Ε. όμως ήταν ένας έξοχος ποιητής. Ερευνητής και στο πεδίο της μορφής ακόμα, πειραματιστής της δραματικής τεχνικής, πρωτοπόρος μουσικός, με τάση να κάνει την τραγωδία ένα αληθινό και γνήσιο μελόδραμα, άνθρωπος του θεάτρου ικανός να κάνει μεγάλες παραχωρήσεις στο θεατρικό στοιχείο, ο Ε. υπήρξε ποιητής με μοναδική πρωτοτυπία. Πνεύμα που βασανιζόταν από ανησυχίες και αγωνίες, βρήκε τους τόνους που του ταίριαζαν καλύτερα στο πάθος, στη συγκίνηση δηλαδή που προκαλεί ο συναισθηματικός παλμός. Αλλά ο πλούτος και προπάντων η έκταση της πνευματικότητάς του είναι τόσο μεγάλα, ώστε θα ήταν μάταιο να προσπαθήσει κανείς να τα κλείσει σε φόρμουλες. Ο Ε. είναι ο ηρωικός ποιητής του δυνατού.
Παράσταση της τραγωδίας «Βάκχες» του Ευριπίδη, στα «Επιδαύρια 2002», στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου (φωτ. ΑΠΕ).
Αγγείο που ανακαλύφθηκε σε σπηλιά της Σαλαμίνας, το 1997, στο οποίο διακρίνονται τα έξι πρώτα γράμματα του ονόματος του Ευριπίδη· οι αρχαιολόγοι της έρευνας εικάζουν ότι η σπηλιά αποτελούσε τόπο περισυλλογής και εργασίας για τον μεγάλο Αθηναίο τραγικό (φωτ. ΑΠΕ).
Άγαλμα του μεγάλου τραγικού ποιητή Ευριπίδη, του οποίου σώζονται 17 τραγωδίες και περισσότερα από 1.000 αποσπάσματα (Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι).
* * *εὐριπίδης, ὁ (Α)είδος βολής, ριξιάς τών κύβων, τών ζαριών.[ΕΤΥΜΟΛ. < κύριο όνομα Ευριπίδης (< εύ-ριπος < ευ + ριπή)].
Dictionary of Greek. 2013.